Έτσι έζησα το θρίαμβο και τον ποδοσφαιρικό πολιτισμό στο Euro 2004

04/07/2015 - 15:49 Τελευταία τροποποίηση στις 04/07/2015 - 15:59

του Γιάννη Τσιόπα, Σχολικού Συμβούλου Φυσικής Αγωγής Ν. Λέσβου

4 Iουλίου 2004, πριν έντεκα χρόνια γραφόταν η πιο χρυσή σελίδα στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Η Εθνική Ελλάδος κόντρα σε όλα τα προγνωστικά κατάφερε να κατακτήσει το Euro, σοκάροντας όλο τον ποδοσφαιρικό πλανήτη. Ακόμη και η πιο πλούσια γλώσσα στον κόσμο, η ελληνική, δεν μπορούσε να περιγράψει τον μοναδικό άθλο της εθνικής ομάδας στα γήπεδα της Πορτογαλίας το καλοκαίρι του 2004. Αξέχαστος, απερίγραπτος, μοναδικός, ανεπανάληπτος, «ο θεός είναι Έλληνας», είναι μερικές από τις λέξεις-φράσεις που μπορούν να χαρακτηρίσουν τον άθλο της εθνικής ομάδας στα γήπεδα της Πορτογαλίας. Ένας μήνας απόλυτης παράνοιας, που ολοκληρώθηκε με το μεγάλο τελικό απέναντι στην Πορτογαλία.

Αύγουστος 2004, εκείνο το καλοκαίρι η Ελλάδα ήταν μια εντελώς διαφορετική χώρα εν αναμονή επίσης της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων. Η λέξη κρίση ακουγόταν εξωτική, το ευρώ φάνταζε ως το όχημά μας προς την «αέναη ανάπτυξη», με τον Ελληνισμό να προσδοκά να κεφαλαιοποιήσει το καλύτερο δυνατό μετά τις επιτυχίες του αδιανόητου από το χώρο του αθλητισμού. Σε μια χώρα που διαφαινόταν οι πολίτες να έχουν βρει τον βηματισμό τους, «παραμυθιασμένοι» φυσικά μέσα από μια ψευδεπίγραφη ευμάρεια.

Έτσι έζησα την πορεία προς τον θρίαμβο…

Μετά τη μεγάλη νίκη στα προημιτελικά με τη Γαλλία, την οποία παρακολούθησα σε καφέ της Λάρισας, πολλοί στο τέλος αναφώνησαν: «μπράβο τα παιδιά, μεγάλη επιτυχία, πολλά κατάφεραν, τώρα όμως με την Τσεχία πάμε για τεσσάρα». Εκεί η τύχη μου έφερε μια πρόσκληση από μέλος της Εθνικής ομάδας, για τον ημιτελικό με την Τσεχία στο Πόρτο. Δύσκολο ταξίδι προμήνυαν οι περισσότεροι, λίγοι πίστευαν στη συνέχεια του «θαύματος», απογοητευτική μάλλον και η επιστροφή αντιμετωπίζοντας την πολύ καλή ομάδα του άτυχου Νέντβεντ. Δεν το πολυσκέφτηκα και την Πέμπτη το βράδυ, 1η Ιουλίου, ήμουν στο Στάδιο «Ντραγκάο».

Με την καταπληκτική Τσεχία όλα έμοιαζαν να τελειώνουν, σύμφωνα με τα λεγόμενα των «ειδικών». Όλο το γήπεδο όμως έβλεπε, το σύμπαν να συνωμοτεί για να περάσουμε στον τελικό. Κάναμε το σταυρό μας κάθε φορά που έκαναν επίθεση. Αξέχαστη, για εμένα τον «μπασκετικό», η άμυνα over play του Καψή στον υψηλόσωμο Κόλερ. Στο 105’ μόλις επέστρεφα από το κυλικείο του σταδίου με δύο μπύρες (free alcohol) στα χέρια, δεν πρόλαβα να δρασκελίσω τα σκαλοπάτια. Μόλις πρόλαβα να δω την κεφαλιά του «Κολοσσού» Δέλλα. Έφτασα στα πρώτα διαζώματα με τις μπύρες να εκσφενδονίζονται. Ήμασταν στον τελικό αντιμέτωποι με την διοργανώτρια Πορτογαλία και τους Τσέχους αποσβολωμένους στα τέσσερα σημεία του γηπέδου να μην πιστεύουν σε ότι συνέβη. Όχι δεν πήγαμε να τους παρηγορήσουμε, ακόμη το fair play δεν είχε φτάσει σε τόσο υψηλά επίπεδα.

Το βράδυ, στο όμορφο λιμάνι του Πόρτο, την πόλη με τα χίλια χρώματα και το ορμητήριο των μεγάλων θαλασσοπόρων (Βάσκο ντα Γκάμα, Βαρθολομαίος Ντιάζ και Μαγγελάνος), πανηγυρίζαμε πίνοντας φτηνή μπύρα με 0,90 ευρώ.

…και τον ποδοσφαιρικό πολιτισμό

Την άλλη μέρα, οδικώς, μετακινηθήκαμε στη Λισσαβόνα, όπου βρήκαμε μια πόλη σημαιοστολισμένη, με την κοκκινοπράσινη σε μπαλκόνια, αυτοκίνητα, λεωφορεία, λέγοντας στην παρέα μου: «να είναι τόσο εθνικιστές οι Πορτογάλοι, δεν μου φαίνονται, τι έχει να γίνει μετά τον τελικό, πρέπει να πάμε να κρυφτούμε…» Όλη η χώρα περίμενε τη μεγάλη γιορτή. Στο Στάδιο «Ντα Λούζ», όλοι μια παρέα, μια αγκαλιά με τους Πορτογάλους. Ο ποδοσφαιρικός πολιτισμός σε όλο του το μεγαλείο!

Ο Χαριστέας όμως είχε άλλη γνώμη και χάλασε τα σχέδια των διοργανωτών, οι οποίοι αποσβολωμένοι και δακρυσμένοι έμειναν όλοι στις θέσεις τους να χειροκροτούν την ομάδα τους και την Εθνική μας. Δεχθήκαμε το χειροκρότημα και τα συγχαρητήρια (άπειρα congratulations) τόσο μέσα στο γήπεδο, όσο και έξω από αυτό. Διασχίζοντας μετά τον αγώνα την κεντρική λεωφόρο Ελευθερίας, χιλιάδες Πορτογάλοι περνούσαν και μας επευφημούσαν, ζητώντας να ανταλλάξουμε κασκόλ. Εκεί ειπώθηκαν από τους σποραδικούς Έλληνες φιλάθλους, που κατηφορίζαμε, οι χαρακτηριστικές ατάκες «μα καλά, μήπως δεν έχουν καταλάβει ότι χάσανε, γιατί πανηγυρίζουν;» ή το οπαδικό-χουλιγκάνικο ερώτημα από μέλος ελληνικής θύρας, «μα καλά, είναι δυνατόν, δε θα βρεθεί ούτε ένας να μας κάνει μια άσεμνη χειρονομία, να γίνει λίγο «τζέρτζελο», λίγος τσαμπουκάς;» Και όμως δεν βρέθηκε ούτε ένας. Απεναντίας από την πλευρά μας στο αεροδρόμιο ξεδιπλώθηκε με δόση ειρωνικού χιούμορ το πανό, με τον τίτλο «the client list».

Εκείνη τη στιγμή βρέθηκα στο δίλλημα να διαλέξω, να είμαι στο πολυτελές ξενοδοχείο πανηγυρίζοντας με τους μεγάλους πρωταγωνιστές (παίκτες, προπονητές) ανοίγοντας σαμπάνιες ή να ζήσω την μεγάλη γιορτή που διαδραματίζονταν στις κεντρικές πλατείες της Λισαβόνας με τον απλό φίλαθλο. Διάλεξα το δεύτερο και ποτέ δεν το μετάνιωσα, γιατί είναι σίγουρο πως κάτι τέτοιο δεν επρόκειτο να το ξαναζήσω.

Για να είμαι ειλικρινής, όχι ότι δε χάρηκα που σηκώσαμε το... τιμημένο, αλλά περισσότερο απόλαυσα το ποδoσφαιρικό κλίμα χωρίς ακρότητες και εμετικά συνθήματα και τον αθλητικό πολιτισμό που δίδαξαν οι απλοί συμπαθέστατοι φίλαθλοι Πορτογάλοι, στους απόγονους αυτών που εμπνεύστηκαν τον Ολυμπισμό και το «ευ αγωνίζεσθε».

Μελαγχολώ γιατί στην εναπομείνασα εκπαιδευτική μου θητεία, ίσως δεν καταφέρω από τη θέση του δασκάλου να δω μεγάλη μερίδα ενήλικων φιλάθλων να υιοθετεί θετικές συμπεριφορές, που το ελληνικό σχολείο (αλλά και η πλειοψηφία των ακαδημιών αθλητικών συλλόγων) τα τελευταία χρόνια μάχεται να καθιερώσει (αθλητικές σχολικές γιορτές, αξία στη συμμετοχή και αποδοχή του συνόλου θετικών συμπεριφορών-fair play σε όλους τους αγώνες μικρών κατηγοριών).

Και αυτό εξηγείται γιατί είναι τόσο δυνατή η επιβολή ως «προτύπου», της αρρωστημένης κατεστημένης συμπεριφοράς των «σημαντικών» άλλων παραγόντων του ποδοσφαιρικού κόσμου της χώρας μας, αλλά και του κοινωνικοπολιτικού περίγυρου, ώστε ασυνείδητα να μιμείται και να αυτοματοποιείται από τον ανυποψίαστο μικρό μαθητή μας («Θεωρία της κοινωνικής μάθησης», Albert Bandura, 1973).

Εν κατακλείδι, εκείνο το κύπελλο σίγουρα δεν βελτίωσε την κοινωνία και το ποδόσφαιρό μας (όπως συνέβη το 1987 με το μπάσκετ), απεναντίας η πορεία ήταν αντίθετη. Ας αναλογιστούμε σήμερα μέσα από τον ορυμαγδό των δραματικών εξελίξεων που βιώνει η χώρα μας, τις μοναδικές ευκαιρίες που χάθηκαν και θα μπορούσε να γίνει η απαρχή για καθιέρωση θετικών συμπεριφορών και νοοτροπιών που προάγονται μόνο από την ιδέα του Ολυμπισμού και Αθλητισμού (της ευγενούς άμιλλας, της συμμετοχής και προσπάθειας με κανόνες, της ισότητας και αξιοκρατίας, της αλληλεγγύης και ομαδοσυνεργατικότητας των μελών της ομάδας).

 

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Powered by CJ web | Made with love by CJ web, Creative web Journey